ΔΟΜΗΝΙΚΟΣ ΘΕΟΤΟΚΟΠΟΥΛΟΣ-ΕΛ ΓΚΡΕΚΟ:
Ο ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ
Η ζωή του
Τα χρόνια της νιότης
Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε πιθανότατα το 1541 στο Χάνδακα, το σημερινό
Ηράκλειο της Κρήτης, την εποχή της Βενετοκρατίας. Η ημερομηνία γέννησής του προκύπτει
από μια ιδιόχειρη σημείωσή του, σύμφωνα με την οποία το 1606 ήταν 65 ετών. Ο πατέρας
του, Γεώργιος Θεοτοκόπουλος, ήταν φοροσυλλέκτης και έμπορος. Επίσης, είχε έναν
μεγαλύτερο αδελφό, το Μανούσο Θεοτοκόπουλο (1531-1604), ο οποίος ακολούθησε το
επάγγελμα του πατέρα τους.
Ο Θεοτοκόπουλος εκπαιδεύτηκε ως αγιογράφος, γεγονός που πιστοποιείται από ένα δημόσιο
έγγραφο του 1563, ενώ θα πρέπει να μελέτησε από νεαρή ηλικία την αρχαία ελληνική και
κλασική γραμματεία, κρίνοντας από την πλούσια βιβλιοθήκη που κληροδότησε μετά το
θάνατό του. Το όνομα του πρώτου δασκάλου του δεν είναι γνωστό, αν κι έχει προταθεί το
όνομα του Ιωάννη Γρυπιώτη (1516-1569). Στην Κρήτη, που από το 1211 αποτελούσε μέρος
της επικράτειας των Βενετών, οι ζωγράφοι και οι αγιογράφοι συνδύαζαν το βυζαντινό ιδίωμα
με τις δυτικές επιρροές, φιλοτεχνώντας φορητές κυρίως εικόνες και διαμορφώνοντας τη
λεγόμενη «Κρητική Σχολή». Στο Χάνδακα εργάζονταν κατά το 16ο αιώνα περίπου διακόσιοι
ζωγράφοι, οργανωμένοι σε συντεχνίες σύμφωνα με τα ιταλικά πρότυπα. Ο Θεοτοκόπουλος
εξοικειώθηκε από νωρίς με έργα καλλιτεχνών της αναγέννησης, που κυκλοφορούσαν
στη βενετοκρατούμενη Κρήτη κι από το 1563 εξασκούσε επίσημα το επάγγελμα του
ζωγράφου(«μαϊστρου σγουράφου»). Η πληροφορία αυτή εκμαιεύεται από μια αναφορά
στο όνομά του σε επίσημο έγγραφο της εποχής, στην οποία περιγράφεται ως δάσκαλος
(«mastro Domenico»). Μια από τις πρώτες πληροφορίες που διαθέτουμε για κάποιο έργο
του προέρχεται επίσης από κάποιο έγγραφο του 1566, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε στο
Θεοτοκόπουλο άδεια για να πουλήσει με λαχνό μια εικόνα που εκτιμήθηκε στα 70 δουκάτα,
ποσό ιδιαίτερα σημαντικό για την εποχή και ειδικότερα για έναν νέο καλλιτέχνη.
Με δεδομένο ότι στην εποχή του συνυπήρχαν στην Κρήτη Ορθόδοξοι και Καθολικοί,
παραμένει αμφιλεγόμενο σε ποιο από τα δόγματα αυτά ανήκε η οικογένεια του. Θεωρείται
πιθανότερο πως ήταν ορθόδοξη, εκδοχή που στηρίζεται σε μελέτες αρχειακών και νομικών
εγγράφων. Διαφορετικές πηγές κάνουν επίσης λόγο για πιθανή καταγωγή του από καθολική
οικογένεια. Ορισμένοι μελετητές εκτιμούν πως ο Θεοτοκόπουλος ασπάστηκε αργότερα
το καθολικό δόγμα, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθήκη του, στην οποία ανέφερε πως
υπήρξε «πιστός καθολικός». Η διαθήκη αυτή έχει αμφισβητηθεί, συνυπολογίζοντας την
υποχρέωσή του να τη συντάξει σύμφωνα με τις επιταγές της Ιεράς Εξέτασης.
Ιταλία
Καθώς η Κρήτη ανήκε στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Βενετίας, ήταν φυσιολογική η
εγκατάστασή του στη Βενετία για τη συνέχιση των σπουδών του. Η ακριβής χρονολογία
άφιξης του δεν είναι γνωστή, ωστόσο εκτιμάται ότι έφυγε από την Κρήτη το 1567. Έζησε στη
Βενετία περίπου μέχρι το 1570, επιχειρώντας να ακολουθήσει τα πρότυπα των καλλιτεχνών
που κυριαρχούσαν στην καλλιτεχνική ζωή της πόλης, μεταξύ αυτών ο Τιτσιάνο και ο
Τιντορέτο. Την ίδια περίοδο υιοθέτησε την τεχνική της ελαιογραφίας, εγκαταλείποντας το
ξύλο και ζωγραφίζοντας πλέον σε μουσαμά. Ένα από τα έργα που αποτυπώνουν τη μετάβαση
του Θεοτοκόπουλου από το βυζαντινό στο δυτικό ιδίωμα είναι το Τρίπτυχο της Μοντένα
(περίπου 1560-1565), το οποίο περιλάμβανε στοιχεία από ιταλικά πρότυπα, συνυφασμένα με
θέματα επηρεασμένα από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.
Το 1570 βρέθηκε στη Ρώμη, γεγονός που μας αποκαλύπτεται από σχετική επιστολή του
ζωγράφου Τζούλιο Κλόβιο, μέσα από την οποία συστήνει το Θεοτοκόπουλο στον προστάτη
του, καρδινάλιο Αλεσάντρο Φαρνέζε, περιγράφοντας τον ως έναν «νεαρό από το Χάνδακα,
μαθητή του Τιτσιάνο» και «σπάνιο ταλέντο στη ζωγραφική». Πιθανόν, προκειμένου να ανταποδώσει
την εξυπηρέτηση, ο Ελ Γκρέκο πραγματοποίησε μια ημίσωμη προσωπογραφία του Κλόβιο,
η οποία αποτελεί και την παλαιότερη προσωπογραφία του που διασώζεται μέχρι σήμερα.
Στη Ρώμη, ο Θεοτοκόπουλος, όπως κι άλλοι διακεκριμένοι ζωγράφοι, ήρθε αντιμέτωπος με
το σκληρό ανταγωνισμό που επικρατούσε την εποχή εκείνη, την ίδια στιγμή που δέσποζε η
παρουσία του Τιτσιάνο κι εξακολουθούσε να ασκεί επίδραση του έργο του Μιχαήλ Άγγελου,
έξι χρόνια μετά το θάνατό του. Η σχέση του Γκρέκο με το έργο του τελευταίου παραμένει
αμφιλεγόμενη. Σύμφωνα με μία ανεκδοτολογική αναφορά που δεν επιβεβαιώνεται, πρότεινε
στον πάπα Πίο Ε΄ να φιλοτεχνήσει πάνω στη Δευτέρα Παρουσία του Μιχαήλ Αγγέλου. Όταν
αργότερα του ζητήθηκε να εκφέρει την άποψή του για τον Μιχαήλ Άγγελο, ο Θεοτοκόπουλος
απάντησε πως τον θεωρούσε έναν καλό άνθρωπο, ο οποίος όμως δεν γνώριζε να ζωγραφίζει.
Από την άλλη πλευρά, η επίδραση που του άσκησε θεωρείται δεδομένη. Οι προσωπογραφίες
των Τιτσιάνο, Μιχαήλ Άγγελου, Κλόβιο και Ραφαήλ που φιλοτέχνησε στο έργο Η εκδίωξη
των εμπόρων, έχουν ερμηνευτεί ως επιθυμία του να αποδώσει ένα φόρο τιμής σε αυτούς,
αναγνωρίζοντας με τον τρόπο αυτό την αξία τους.
Στο Παλάτσο Φαρνέζε γνώρισε τον ουμανιστή βιβλιοθηκάριο του Φαρνέζε, Φούλβιο Ορσίνι, ο
οποίος υπήρξε υποστηρικτής του Γκρέκο και στη συλλογή του βρέθηκαν αργότερα επτά έργα
του. Το 1572 αποπέμφθηκε τελικά από το Παλάτσο Φαρνέζε, γεγονός που πιστοποιείται από
μία επιστολή του Θεοτοκόπουλου, με ημερομηνία 6 Ιουλίου 1572, στην οποία διαμαρτύρεται
για την άδικη εκδίωξη του από το παλάτι. Στις 18 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς, κατέθεσε
αίτηση για να γίνει μέλος της συντεχνίας των ζωγράφων του Αγίου Λουκά, με το όνομα
Domenico Greco, αποφασίζοντας προφανώς να ακολουθήσει σταδιοδρομία ανεξάρτητου και
αυτόνομου καλλιτέχνη. Συνολικά, οι πίνακες που φιλοτέχνησε στην Ιταλία ακολούθησαν τα
αναγεννησιακά πρότυπα του 16ου αιώνα στη Βενετία, ειδικότερα σε ό,τι αφορά την απόδοση
του φωτός ή την έμφαση στο χρώμα, παραμερίζοντας το βυζαντινό ιδίωμα και υιοθετώντας
μια διαφορετική τεχνική και στοιχεία του μανιερισμού.
Ισπανία
Το 1577 καταγράφεται η παρουσία του Γκρέκο στην Ισπανία, χωρίς να διαθέτουμε πολλές
πληροφορίες για τις δραστηριότητές του την περίοδο 1572-1576 στην Ιταλία. Αρχικά
εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη και αργότερα στο Τολέδο, πόλη που αποτελούσε τότε
θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο της Ισπανίας. Εκεί δημιούργησε ορισμένα από τα πιο γνωστά
έργα της ώριμης περιόδου του. Στις πρώτες παραγγελίες που ανέλαβε ανήκαν τρία retable
για την εκκλησία του Αγίου Δομήνικου και ο πίνακας Ο Διαμερισμός των Ιματίων του Χριστού
(El Espolio,1577-1579) που μεταφέρθηκε στο σκευοφυλάκιο του καθεδρικού ναού της
πόλης.. Συμμετείχε επίσης στο εικονογραφικό πρόγραμμα για το Ανάκτορο του Εσκοριάλ, το
οποίο υπήρξε ενδεχομένως και ο κύριος λόγος για τον οποίο εγκαταστάθηκε στην Ισπανία,
επιδιώκοντας να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά.. Ο Γκρέκο ολοκλήρωσε το έργο Το μαρτύριο
του Αγίου Μαυρίκιου (1580-1582), το οποίο όμως δεν ικανοποίησε το βασιλιά, με αποτέλεσμα
να μην τοποθετηθεί στην εκκλησία του Εσκοριάλ, πιθανόν γιατί δεν ήταν συμβατός με το
πνεύμα που επιζητούσε ο ίδιος να κυριαρχεί. Το γεγονός ότι δεν κατάφερε να αποτελέσει
μέλος της βασιλικής αυλής, οδήγησε τελικά στη σύσφιξη των σχέσεών του με την πόλη του
Τολέδο. Ο Παραβιθίνο τόνισε τη στενή σχέση του με την ισπανική πόλη, σ’ ένα σονέτο που
συνέθεσε το 1614 προς τιμή του Θεοτοκόπουλου, όπου αναφέρει πως «ζωή πήρε από την Κρήτη
και χρωστήρες, πιο ωραία πατρίδα βρήκε στο Τολέδο, απ’ όπου ξεκινά την αιωνιότητα να κατακτήσει
δια του θανάτου». Εκεί απέκτησε ένα γιο, τον Χόρχε Μανουέλ (Γεώργιος Εμμανουήλ), με
τη Χερόνιμα ντε λας Κουέβας (Dona Jeronima de Las Cuevas). Συνεργάστηκε με αρκετούς
παραγγελιοδότες, όπως τον μοναχό και καθηγητή ρητορικής Ορτένσιο Φέλιξ Παραβιθίνιο
(1580-1633), το νομομαθή Χερόνιμο δε Θεβάγιος (1562-1644) και το φίλο του και λόγιο της
εποχής Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας (1524-1602).
Το 1586 ο ιερέας της ενορίας του Αγίου Θωμά του ανέθεσε την παραγγελία για τον πίνακα
Η Ταφή του Κόμη Οργκάθ, που συνιστά μέχρι σήμερα ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του.
Στις σημαντικότερες παραγγελίες που ανέλαβε στο Τολέδο ανήκει επίσης ένα retable που
φιλοτέχνησε για το Ίδρυμα της Dona Maria de Aragon στη Μαδρίτη, καθώς και η διακόσμηση
του παρεκκλησιού του Αγίου Ιωσήφ (Capilla de San Jose), που προέβλεπε δύο θρησκευτικές
συνθέσεις και δύο γλυπτά του Δαβίδ και του Σολομώντα. Το εργαστήριο του γνώρισε
μέγιστη ακμή κατά την περίοδο 1600-1607, ενώ συνεργάτης του υπήρξε από το 1597 και
2
ο γιος του, το όνομα του οποίου αναφέρεται σε αρκετά έγγραφα της εποχής. Η τελευταία
παραγγελία που ανέλαβε ο Θεοτοκόπουλος ήταν για το νοσοκομείο Ταβέρα του Τολέδο,
για την οποία συνεργάστηκε με το γιο του. Πέθανε στις 7 Απριλίου 1614, πριν ολοκληρώσει
το έργο και αρχικά θάφτηκε στην εκκλησία του Αγίου Δομήνικου στο Τολέδο. Το 1619 ο
γιος του μετέφερε το λείψανό του στην εκκλησία του Σαν Τορκουάτο, η οποία αργότερα
κατεδαφίστηκε με αποτέλεσμα να χαθεί το φέρετρο του.
Το έργο του
Κρήτη και Ιταλία: τα πρώτα βήματα
Στην πρώιμη δημιουργική περίοδο του Γκρέκο ανήκουν τα έργα που φιλοτέχνησε στην Κρήτη
και στη Βενετία, για πολλά απ’ τα οποία είναι δύσκολο να καθοριστεί αν ολοκληρώθηκαν
στο Χάνδακα ή στην ιταλική πόλη. Η Κοίμηση της Παναγίας (1567, Εκκλησία της Κοίμησης
της Παναγίας, που ανακαλύφθηκε το 1983 στη Σύρο και αποτελεί το πρώτο σωζόμενο έργο
με την υπογραφή του, καθώς και η φορητή εικόνα Ο ευαγγελιστής Λουκάς ζωγραφίζοντας την
Παναγία (1560-1567, Μουσείο Μπενάκη), αποτελούν σημαντική πηγή πληροφοριών για την
τεχνοτροπία του νεαρού Θεοτοκόπουλου. Η τεχνική και το ύφος των εικόνων διαπνέονται
από μεταβυζαντινά στοιχεία, χωρίς όμως να απουσιάζουν και πρωτότυπα χαρακτηριστικά,
όπως η υποτυπώδης απόδοση της τρίτης διάστασης ή της προοπτικής βάθους και τα έντονα
χρώματα. Στα τελευταία χρόνια παραμονής του στη Βενετία, ανήκει ο πίνακας Θεραπεία του
Τυφλού (περίπου 1565, Πινακοθήκη Δρέσδης), έργο που χαρακτηρίζεται από την επίδραση του
Τιντορέτο, ως προς τη διάταξη των μορφών αλλά και την απόδοση των κτιρίων που φαίνονται
στο βάθος. Σε άλλα έργα, όπως ο Μυστικός Δείπνος (περίπου 1568, Εθνική Πινακοθήκη
Μπολόνιας) είναι εμφανής η διάθεσή του να αναπαραστήσει με φυσικό τρόπο την κίνηση των
σωμάτων και τη θέση τους στο χώρο.
Την περίοδο της παραμονής του στη Ρώμη, ο Γκρέκο εξασφάλισε την αναγνώρισή του
κυρίως μέσα από το είδος της προσωπογραφίας, στο οποίο ξεχωρίζουν τα πορτρέτα που
φιλοτέχνησε για τον Τζούλιο Κλόβιο (Μουσείο Καποντιμόντε, Νάπολι) και τον στρατιωτικό
Βιτσέντζο Αναστάζι (Συλλογή Frick, Νέα Υόρκη). Παράλληλα, ο Γκρέκο στράφηκε σε πιο
φιλόδοξες συνθέσεις, με χαρακτηριστικό δείγμα την Εκδίωξη των εμπόρων από το ναό (1570-
1575, Ινστιτούτο Καλών Τεχνών Μινεάπολης. Πιθανότατα την ίδια περίοδο χρονολογείται και
το έργο El soplon (Αγόρι που ανάβει κερί, 1570, Μουσείο Καποντιμόντε), που διακρίνεται για το
πρωτότυπο θέμα του, το οποίο ο Θεοτοκόπουλος εμπνεύστηκε διαβάζοντας μια αναφορά στη
Φυσική Ιστορία του Πλίνιου, σύμφωνα με την οποία ο ζωγράφος Αντίφιλος είχε επεξεργαστεί
το ίδιο θέμα.
Ισπανία-Τολέδο: η μεγάλη ακμή
Μετά την άφιξή του στο Τολέδο, οι πρώτες παραγγελίες που ανέλαβε αφορούσαν τρία retable
για τη μοναστηριακή εκκλησία του Santo Domingo el Antiguo και μια ελαιογραφία με θέμα
τον διαμερισμό των ιματίων του Χριστού, γνωστή ως El Espolio, για τον καθεδρικό ναό της
πόλης. Τα retable υπήρξαν παραγγελία του Ισπανού αρχιδιάκου του καθεδρικού ναού του
Τολέδο, Ντιέγκο ντε Καστίγια, ο οποίος ανήκε στον κύκλο γνωριμιών του Φαρνέζε. Για το
ναό του Αγίου Δομήνικου, ο Γκρέκο φιλοτέχνησε την Ανάληψη της Παναγίας (περίπου 1577,
Ινστιτούτο Καλών Τεχνών, Σικάγο), έργο που πλαισιωνόταν από τις απεικονίσεις του Αγίου
Ιωάννη του Βαπτιστή (1577-1579, Santo Domingo el Antiguo), του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή
(1577-1579, Santo Domingo el Antiguo), του Αγίου Βερνάρδου και του Αγίου Βενέδικτου. Το
πρόγραμμα της εικονογράφησης περιλάμβανε ακόμα συνθέσεις με θέμα την Αγία Τριάδα
(1577-1579, Μουσείο Πράδο), την Προσκύνηση των Ποιμένων, τον Άγιο Ιερώνυμο, την Ανάληψη
του Χριστού και τον Άγιο Ιλδεφόνσο. Η Ανάληψη της Παναγίας, που τοποθετήθηκε στο κεντρικό
retable της Αγίας Τράπεζας, όπως και η Αγία Τριάδα, αναδεικνύουν την ικανότητα του Γκρέκο
να συνδυάζει στοιχεία από τον Τιτσιάνο και τον Μιχαήλ Άγγελο, παραδίδοντας τελικά μια
πρωτότυπη σύνθεση.
Ο Διαμερισμός των ιματίων του Χριστού υπήρξε το δεύτερο σημαντικό έργο που φιλοτέχνησε
στο Τολέδο. Οι εκπρόσωποι του καθεδρικού ναού της πόλης εξέφρασαν αντιρρήσεις ως προς
το περιεχόμενο του, πράγμα που οδήγησε σε οικονομική διαφωνία με τον Γκρέκο, σχετικά με
την αμοιβή του. Έχοντας ήδη αποκτήσει αναγνώριση, φιλοτέχνησε τον πίνακα Το μαρτύριο του
Αγίου Μαυρικίου (1580-1582), έργο που χαρακτηρίζεται από αλλαγή ύφους, ειδικότερα σε ό,τι
αφορά τον περιορισμό των ρεαλιστικών στοιχείων και την έμφαση στην πνευματική διάσταση
της σκηνής. Ο Άγιος Σεβαστιανός (1577-1578, Μουσείο Καθεδρικού Ναού της Παλένθια)
υπήρξε το πρώτο γυμνό σε φυσικό μέγεθος που ζωγράφισε, πιθανόν εμπνευσμένος από τον
Λαοκόοντα, έργο της ελληνιστικής περιόδου που βρίσκεται στο Μουσείο του Βατικανού. Στα
τελευταία χρόνια της ζωής του ο Θεοτοκόπουλος φιλοτέχνησε το ομώνυμο έργο (Λαοκόων,
1610-1614, Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον,, που αποτελεί το μοναδικό πίνακά του με
θέμα από τη μυθολογία.
Ο Θεοτοκόπουλος διακρίθηκε τόσο σε θρησκευτικές συνθέσεις όσο και σε προσωπογραφίες.
Διασώζεται ένας μεγάλος αριθμός προσωπογραφιών του, προσωπικοτήτων κυρίως του
στενού περιβάλλοντος του, όπως του λόγιου Αντόνιο δε Κοβαρούμπιας (1600, Μουσείο του
Λούβρου), του μοναχού Φέλιξ Ορτένσιο Παραβιθίνο (1610, Μουσείο Καλών Τεχνών της
Βοστόνης), του ιατρού Ροδρίγο ντε λα Φουέντε (1585, Πράδο) και του δημοτικού συμβούλου
και νομομαθή Χερόνιμο δε Θεβάγιος (1610, Πράδο). Σπανιότερα είναι τα πορτραίτα που
φιλοτέχνησε για προσωπικότητες που κατείχαν δημόσια αξιώματα. Ανάμεσα σ’ αυτά ξεχωρίζει
η Προσωπογραφία του Καρδινάλιου (1600, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης, έργο για το
οποίο ο Γκρέκο οδηγήθηκε ενώπιον της Ιεράς Εξέτασης, εξαιτίας της-ασυνήθιστης για την
εποχή-επιλογής του να ζωγραφίσει τον ιερωμένο (πιθανότατα πρόκειται για τον Φερνάντο
Νίνιο δε Γκεβάρα) φορώντας γυαλιά!
Διασώζονται μόλις τρεις τοπιογραφίες του Γκρέκο, οι δυο από τις οποίες απεικονίζουν
το Τολέδο. Ο πίνακας Άποψη του Τολέδο (1595-1599, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης
φανερώνει τη χαρακτηριστική τάση του να μην εστιάζει τόσο στην ακρίβεια της τοπιογραφίας
όσο στη δραματοποίησή της. Ο Γκρέκο επέλεξε να απεικονίσει μόνο το ανατολικό τμήμα της
πόλης, ενώ δεν δίστασε να τροποποιήσει τη θέση κτιρίων της, προκειμένου να ικανοποιήσει
τις ανάγκες του στη σύνθεση. Το έργο Άποψη και χάρτης του Τολέδο (1610-1614, Σπίτι
και Μουσείο Γκρέκο) χαρακτηρίζεται επίσης ως μία περισσότερο συμβολική παρά πιστή
απεικόνιση της ισπανικής πόλης.
Κριτική θεώρηση του έργου του
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, το έργο του εκτιμήθηκε και προωθήθηκε περισσότερο από
τους λόγιους, ουμανιστές και διανοούμενους και λιγότερο από το καλλιτεχνικό κατεστημένο.
Αργότερα, αγνοήθηκε για περίπου 400 χρόνια. Δεν υπήρξαν μιμητές του, καθώς μόνο ο γιος
του φρόντισε για την αναπαραγωγή ορισμένων από τις πιο γνωστές συνθέσεις του. Στη
διάρκεια του 16ου και 17ου αιώνα, ο Γκρέκο τοποθετούνταν στην Ιταλική σχολή, έχοντας
τη φήμη ενός ζωγράφου με τάσεις εκκεντρικότητας, αλλά και με περιφρόνηση στους
καθιερωμένους κανόνες. Για αρκετούς ιστορικούς, η τέχνη του Γκρέκο συνδέθηκε με το
πνεύμα της Αντιμεταρρύθμισης, θεώρηση που συγκρούεται ή συμπληρώνεται με άλλες
ερμηνείες, κυρίως Ελλήνων μελετητών του, που τονίζουν τη σημασία των βυζαντινών
στοιχείων στην τέχνη του. Άλλοι ερευνητές, με βάση τις γραπτές σημειώσεις του Γκρέκο,
τονίζουν περισσότερο την εικόνα ενός ζωγράφου με φιλοσοφικές αναζητήσεις, ο οποίος ήταν
αποκομμένος από τα θρησκευτικά ζητήματα της εποχής και ασχολιόταν κυρίως με αισθητικά
προβλήματα.
Η τέχνη του Θεοτοκόπουλου ήταν αρκετά προσωπική και αυτόνομη, έτσι ώστε να μην
ευνοηθεί η «συνέχειά» της, ενώ καθοριστικό ρόλο σε αυτό διαδραμάτισε και η νέα μπαρόκ
τεχνοτροπία, με αποτέλεσμα το έργο του Γκρέκο να είναι ελάχιστα γνωστό κατά την
περίοδο του μπαρόκ. Στη διάρκεια του 17ου αιώνα, υπό την άνθιση του κλασικισμού, και
στις αρχές του 18ου, οι πίνακές του θεωρούνταν «υπερβολικοί» και «επιτηδευμένοι», ενώ
η εκκεντρικότητά του συχνά ταυτίστηκε με ενδεχόμενη «παραφροσύνη». Αργότερα, κατά
την περίοδο του ρομαντισμού, τα έργα του επανεξετάστηκαν. Από το Γάλλο ποιητή Θεόφιλο
Γκωτιέ – έναν από τους πρώτους που εξέφρασαν θαυμασμό για το έργο του Γκρέκο –
θεωρήθηκε πρόγονος του ρομαντικού κινήματος στην αναζήτηση του παράδοξου ή του
ακραίου. Στην Ισπανία, εκπρόσωποι του ιμπρεσιονισμού και του συμβολισμού, ανανέωσαν
4
το ενδιαφέρον για το έργο του Γκρέκο, το οποίο ερμήνευσαν ως προδρομικό εκείνου του
Βελάσκεθ.
Το 1908 ολοκληρώθηκε ο πρώτος αναλυτικός κατάλογος έργων του από τον Ισπανό ιστορικό
τέχνης Manuel Bartolome Cossio. Με την άνθιση του εξπρεσιονισμού στις αρχές του 20 ου
αιώνα, το έργο του Γκρέκο θεωρήθηκε προδρομικό του ρεύματος αυτού και σταδιακά
επανεξετάστηκε αποκτώντας τελικά την εξέχουσα θέση που κατέχει μέχρι σήμερα στην
ιστορία της τέχνης.
Επίδραση στον 20ο αιώνα και στη σύγχρονη εποχή
Εκτός από τους ιστορικούς της τέχνης και τους μελετητές του έργου του, σημαντικό ρόλο
στην επανεξέταση του διαδραμάτισαν επίσης ζωγράφοι του 20ου αιώνα, μέσα από το έργο
τους. Ο Πωλ Σεζάν, πρόδρομος του κυβισμού, υπήρξε ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες
που υιοθέτησε κοινά στοιχεία με το Θεοτοκόπουλο, όπως η επιμήκυνση των μορφών. Το έργο
του Πάμπλο Πικάσο χαρακτηρίζεται επίσης από αρκετές αναφορές στον Γκρέκο, τον «πατέρα
του» στη ζωγραφική, όπως τόνιζε ο ίδιος. Ο πίνακας Η ταφή του Κασαχέμας (1901, Μουσείο
Μοντέρνας Τέχνης στο Παρίσι) του Ισπανού ζωγράφου είναι εμπνευσμένος από την Ταφή
του Κόμη Οργκάθ, ενώ και οι Δεσποινίδες της Αβινιόν αντλούν μοτίβα από τον πίνακα Η Πέμπτη
Σφραγίδα της Αποκάλυψης του Γκρέκο. Κατά τη δεκαετία του 1940, φιλοτέχνησε επίσης την
Προσωπογραφία ζωγράφου (1950, Συλλογή Angela Rosengart), έργο που αποτελεί τη δική του
εκδοχή για την Προσωπογραφία του Χόρχε Μανουέλ Θεοτοκόπουλου (1600-1605) του Γκρέκο.
Για τους εξπρεσιονιστές, σημείο επαφής με τον Γκρέκο αποτέλεσαν οι επιμήκεις μορφές του.
Επίδραση απ’ τον Γκρέκο, δέχτηκε επίσης ο Τζάκσον Πόλοκ (1912-1956), ένας από τους
κυριότερους εκπροσώπους του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, κυρίως στα πρώιμα έργα του.
Η προσωπικότητα και το έργο του Θεοτοκόπουλου ενέπνευσαν επίσης φυσιογνωμίες της
λογοτεχνίας. Ο ποιητής Ράινερ Μαρία Ρίλκε ήρθε σε επαφή με το έργο του κατά τη διάρκεια
ενός ταξιδιού του στην Ισπανία το 1912, ενώ τα ποιήματά του Himmelfahrt Mariae I-II
θεωρούνταν βασισμένα στην ΄Αμωμη Σύλληψη (1607-1613, Μουσείο Σάντα Κρουζ) του Γκρέκο.
Ο Νίκος Καζαντζάκης στο αυτοβιογραφικό του έργο Αναφορά στον Γκρέκο, επίσης εξέφρασε με
το δικό του τρόπο το θαυμασμό που έτρεφε για το έργο του Γκρέκο.
Πρόσφατα, γυρίστηκε ταινία με θέμα τη ζωή του Ελ Γκρέκο ελληνικής, ιταλικής και ισπανικής
παραγωγής, με σκηνοθέτη το Γιάννη Σμαραγδή, και το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στην
Αθήνα φιλοξένησε έκθεση με θέμα «Το Εργαστήρι του Γκρέκο»
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Sandiago Alcolea, Ελ Γκρέκο, εκδ. Γκοβόστης
Jose Gudiol, Ελ Γκρέκο. Δομήνικος Θεοτοκόπουλος 1541-1614, εκδ. Εμπορική Τράπεζα Ελλάδας,
Αθήνα 1990
Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, Εl Greco-Ο Έλληνας, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1999
Φερνάντο Μαρίας, Ο Γκρέκο και η τέχνη της εποχής του, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2001
Νικόλαος Παναγιωτάκης, Η κρητική περίοδος της ζωής του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, εκδ.
Τροχαλία
Παντελής Πρεβελάκης, Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, εκδ. Κάκτος, Αθήνα 2006
Τώνης Σπητέρης, El Greco-Ο ζωγράφος και η εποχή του, Αθήνα
Μανόλης Χατζηδάκης, Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, Κρης, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1995
Νίκος Χατζηνικολάου (επιμέλεια), Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, τόμοι Ι-ΙΙΙ, Πανεπιστημιακές
Εκδόσεις Κρήτης, 1990.